Documentos de Académico
Documentos de Profesional
Documentos de Cultura
ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ
Θέμα: Με βάση την βιβλιογραφία που έχετε στην διάθεσή σας, αναλύστε σε ένα δοκιμιακό
κείμενο (2500 λέξεων, εκτός της βιβλιογραφίας) την έννοια της ποικιλότητας σε όλες τις
εκφάνσεις της, διασυνδέοντας την με την έννοια της πρότυπης γλώσσας. Έχοντας ως σημείο
αναφοράς το απόσπασμα από το σχολικό εγχειρίδιο που σας δίνεται και άλλα ερμηνευτικά
γεωγραφικές και κοινωνικές, στον δημόσιο λόγο και την εκπαίδευση. Πώς θα μπορούσε η μελέτη
των ποικιλιών της γλώσσας να συμβάλει στη γλωσσική εκπαίδευση των μαθητών και μαθητριών;
1.Εισαγωγή..........................................................................................................................................3
λόγο..................................................8
5.Συμπεράσματα- Επίλογος..............................................................................................................12
6.i)Βιβλιογραφία...............................................................................................................................13
2
1. Εισαγωγή
Γλώσσα είναι το λεκτικό σύστημα επικοινωνίας μεταξύ των μελών μια κοινωνίας. Όπως πολύ
σωστά αναφέρει ο Τριανταφυλλίδης :
Γλώσσα δεν είναι, καθώς φαντάζονται κάποιο αράδιασμα από λέξεις, τύπους και κανόνες,
όπως αναγράφονται σε λεξικά και γραμματικές..., παρά η έκφραση του εσωτερικού μας
κόσμου, κύμα ζωής, άνοιγμα και επαφή ψυχών, ανταλλαγή συναισθημάτων και σκέψεων
μέσα σε μια συνομιλία...- όλα αυτά γλώσσα ατομική και εθνική. Γλώσσα είναι ολόκληρος ο
λαός...
Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι η γλώσσα είναι ο τρόπος έκφρασης κάθε μορφής παιδείας και κάθε
εκπαιδευτικού συστήματος. Για τον λόγο αυτό πρέπει να μελετάται σε βάθος και σε όλες τις
μορφές και εκφάνσεις της, καθώς συνδράμει στην γλωσσική ανάπτυξη και διαμόρφωση της
παιδείας του κάθε ανθρώπου. Με την παρούσα εργασία γίνεται ενα μικρό θεωρητικό εγχείρημα
για την ανάλυση των γλωσσικών ποικιλιών καθώς και για την αναγκαιότητα ένταξής τους στο
εκπαιδευτικό σύστημα, με την ελπίδα οτι θα συμβάλλει κάπως στην κατανόηση της
αναγκαιότητας της γλωσσικής παιδείας και κατάρτισης.
3
2. Βασικοί ορισμοί εννοιών
καταγωγή και τις διάφορες κοινωνικές παραμέτρους (π.χ. ηλικία, φύλο, κοινωνική τάξη κ.ά)
4
παράγοντες, όπως η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των πληθυσμών των πόλεων ή χωριών, είτε
εξαιτίας της μορφολογίας του εδάφους είτε για άλλους λόγους, οι οποίοι οδήγησαν στην
δημιουργία τοπικών ιδιωμάτων ή αλλιώς διαλέκτων. (Ανδρέου, 2012, σ. 172). Τέλος, αξίζει να
σημειωθεί ότι μια συγκεκριμένη γεωγραφική ποικιλία είναι ανεξάρτητη ή μπορεί να θεωρηθεί
υπο-ποικιλία μιας άλλης κοντινής της γεωγραφικά ποικιλίας.
Από την άλλη μεριά, η κοινωνική ποικιλία ή αλλίως κάθετη ποικιλία, δημιουργείται στο
εσωτερικό της κάθε κοινωνίας στην οποία η γλώσσα διαφοροποιείται βασιζόμενη σε κοινωνικούς
παράγοντες. Με άλλα λόγια, η γλώσσα ποικίλλει στον ίδιο χώρο, ανάλογα με την κοινωνική τάξη ,
την ηλικία, το επάγγελμα των μελών της, οι διάλεκτοι των περιθωριακών κ.α. (Ανδρέου, 2012, σ.
172). Στην κάθετη ποικιλία, διακρίνουμε τις κοινωνιολέκτους μιας γλώσσας. Όπως
χαρακτηριστικά αναφέρει ο Ανδρουλάκης:
Η ποικιλία συνίσταται στους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους κοινωνικές ομάδες ή
τάξεις χρησιμοποιούν την ίδια γλώσσα, π.χ. τη νέα ελληνική. Το επάγγελμα, το φύλο, η
ηλικία, το εισόδημα, η κοινωνική προέλευση, ακόμη και η θρησκεία, φαίνεται πως είναι
παράγοντες (ακόμη κι αν δεν είναι πάντοτε εύκολο να τους ορίσουμε με ακρίβεια) που
μιας γλώσσας, όπως έδειξε με τις έρευνές του για τις σχέσεις γλώσσας και κοινωνικής
Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τις γλωσσικές επιλογές των ομιλητών είναι η θρησκεία καθώς
και η προέλευση απο την χώρα μετανάστευσης στην χώρα υποδοχής (του ιδίου, σ. 14).
5
Ως πρότυπη γλώσσα -ή αλλιώς νόρμα- ορίζεται η γλωσσική ποικιλία που έχει προκύψει μέσω της
διαδικασίας τυποποίησης και χρησιμοποιείται στους κρατικούς φορείς, στην διοίκηση, στην
εκπαίδευση καθώς και την δημόσια και καθημερινή επικοινωνία ως επίσημη γλώσσα του
κράτους. Σε γενικές γραμμές η επιλογή για την ανάδειξη μιας γλώσσας ενός έθνους ως πρότυπη,
αποτελεί η διάλεκτος η οποία για ιστορικούς αλλά και πολιτικούς λόγους απέκτησε κυρίαρχο
ρόλο. έλος, χαρακτηριστικό εκείνο που κάνει την πρότυπη γλώσσα να ξεχωρίζει από τις
υπόλοιπες ΄΄μη πρότυπες΄΄είναι το κύρος που την διέπει το οποίο προέρχεται, όπως αναφέρθηκε
παραπάνω από τις ιστορικές συγκυρίες που επέβαλαν μια συγκεκριμένη νόρμα. Οδηγούμαστε
λοιπόν στο συμπέρασμα ότι οι πρότυπες ποικιλίες να χαρακτηρίζονται συνήθως από τάση για
σταθερότητα και μονιμότητα, να αντιστέκονται δηλαδή στις αλλαγές και τις εξελίξεις που
χαρακτηρίζουν την κοινή ανεπίσημη χρήση (Κρακίδη, χ.χ.) Σύμφωνα με τα παραπάνω, μπορεί να
γίνει αντιληπτό για ποιον λόγο η πρότυπη ελληνική γλώσσα στηρίζεται στην πελοποννησιακη
διάλεκτο (Κονδύλη, 2014,). Κάτι ανάλογο συνέβη και με την πρότυπη αγγλική και γαλλική,
εξαιτίας της πολιτικής, ιστορικής και πολιτιστικής σημασίας του Λονδίνου και του Παρισιού
αντίστοιχα. Επίσης ο Lyons υποστηρίζει οτι η ύπαρξη μιας πρότυπης γλώσσας βοηθάει στην
ιστορική σύνδεση ανάμεσα στην γλώσσα και στην εθνικότητα, τονίζοντας παράλληλα ότι η
ύπαρξη της μπορεί να οδηγήσει τους ομιλητές της εκάστοτε διαλέκτου ως πρότυπης, σε
ευνοϊκότερη θέση από τους ομιλητές άλλων τοπικών διαλέκτων ή διωμάτων (Lyons, 2011, σ. 305-
6). Σύμφωνα με την Σεργίδου:
Iδίωµα ή διάλεκτος είναι δυο έννοιες σχεδόν όµοιες και αναφέρονται και οι δυο στον
τρόπο, που προφέρεται µια γλώσσα και όχι στην γραµµατική και το λεξιλόγιο. Σύµφωνα µε
ένα παλιό γαλλικό ορισµό η διάλεκτος, είναι µια γλώσσα που απέτυχε, δηλαδή µια
γλωσσική µορφή που δεν έγινε επίσηµη γλώσσα µιας χώρας (χ.χ., σ. 649).
6
2.5 Δημόσιος λόγος
H επικοινωνία χωρίζεται ανάλογα με την χρήση της σε διαφορετικά επίπεδα ύφους, τα οποία
είναι σε συνάρτηση με την κοινωνική περίσταση που χρησιμοποιούνται. Η διαδικασία επιλογής
γίνεται κατά κάποιο τρόπο αυτόματα. Διαφορετικό στόχο έχει μια ομιλία σε ένα συνέδριο και
διαφορετικό η ομιλία σε μια κοινωνική, τηλεοπτική εκπομπή καθώς έχουν διαφορετικό τρόπο
έκφρασης, διαφορετικό ύφος, λεξιλόγιο και σύνταξη, όπως και διαφορετικές σχέσεις μεταξύ των
ομιλητών (Κρακίδη, κ.α., χ.χ.). Mε άλλα λόγια μπορούμε να συμπεράνουμε από τα παραπάνω ότι
ο δημόσιος λόγος είναι πιο επίσημος καθώς ο ομιλητής χειρίζεται θέματα κύρους,
χρησιμοποιώντας επίσημο και όχι καθημερινό λεξιλόγιο, απευθυνόμενος σε κοινό το οποίο δε
γνωρίζει ή που η σχέση τους είναι καθαρά τυπική. Στην πραγματικότητα, όλα αυτά τα στοιχεία
της επικοινωνίας αλληλεπιδρούν καθώς διαφορετικά επίπεδα λόγου είναι πιθανόν να
εναλλάσονται στην ίδια πρόταση.
7
3. Οι γλωσσικές ποικιλίες στην εκπαίδευση και στον δημόσιο λόγο.
Η Ελλάδα αποτελεί ένα κράτος μονόγλωσσο, κάτι που είναι νομοτυπικά ορθό καθώς στα σχολεία
διδάσκεται μια «κοινή» γλώσσα , η νέα ελληνική. Αυτό συμβαίνει μόνο στην εκπαίδευση, καθώς
υπάρχουν αρκετές γεωργραφικές ποικιλίες ανά περιοχή. Η οριζόντια ποικιλία στην Ελλάδα είναι
αρκετά πλούσια, γεγονός που εμφαίνεται στην ύπαρξη αρκετών διαλέκτων και ιδιωμάτων καθώς
και αρκετών μεταναστευτικών και εδαφικών γλωσσών μειονοτήτων (Ανδρουλάκης, 2015, σ. 25).
Παρόλο που όλες αυτές έχουν τις ίδιες γλωσσικές και εκφραστικές δυνατότητες δεν χρίζουν ίδιας
κοινωνικής καταξίωσης. Η ύπαρξη μιας κοινής γλώσσας, όπου όπως αναφέρθηκε παραπάνω,
επικράτησε για λόγους ιστορικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς και η οποία καλλιεργείται
συνεχώς αφού διακατέχεται απο αίγλη, «αυθυποβάλλεται» κατά κάποιο τρόπο στην συνείδηση
των μελών ώς το βέλτιστο και πληρέστερο ιδίωμα, εις βάρος των υπολοίπων τα οποία
θεωρούνται υποδεέστερα, χαρακτηρίζοντας τους φυσικούς ομιλητές τους κατώτερους ή ακόμα
και αμόρφωτους (Ανδρέου, 2012, σ.172). Η κοινωνική καταξιώση και η ανάδειξη ενός γλωσσικού
ιδιώματος σε επίσημη εθνική γλώσσα έχουν ως συνέπεια την ταυτόχρονη αναγόρευση του σε
επίσημο μέσο επικοινωνίας, επιβάλλοντάς το ως υποχρεωτικό σε όλους τους φυσικούς ομιλητές
τόσο στο εκπαιδευτικό περιβάλλον όσο και στις δημόσιες εκφάνσεις του λόγου (της ιδίας, 2012, σ.
173).
Η εκμάθηση της γλώσσας παίζει σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση. Το εκπαιδευτικό σύστημα,
υιοθετεί την επίσημη αυτή μορφή, την κωδικοποιεί και την εισάγει στα σχολικά εγχειρίδια
επιβάλλοντας την σε όλους τους μαθητές, παρουσιάζοντας την κατά κάποιο τρόπο ως ''... το µόνο
πρότυπο της ορθής γλώσσας, σαν τη µοναδική ποιοτικά άρτια εκδοχή του λόγου και να αγνοεί τις
µητρικές γλώσσες του κάθε παιδιού'' (Σεργίδου, χ.χ., σ. 649). Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας
ενέργειας είναι η υποβάθμιση όλων των υπολοίπων παραλλαγών της εθνικής γλώσσας. Με αυτή
τη τακτική του εκπαιδευτικού συστήµατος ενισχύεται η σχολική αποτυχία κυρίως για τους
µαθητές οι οποίοι χρησιμοποιούν στην κοινωνική τους ζωή μια διαλέκτο ή ένα ιδίωμα, καθώς
8
καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα διαφορετικό γλωσσικό πρότυπο, ζητώντας τους να
προσαρμοστούν τόσο σε επίπεδο γλωσσικό όσο και σε επίπεδο ψυχολογικό (Ανδρέου, 2012, σ.
172-3). Στο σημείο αυτό θα αναφερθούμε στο απόσπασμα απο το σχολικό εγχειρίδιο που μας
παρατίθεται στην τρέχουσα εργασία. Πιο συγκεκριμένα θα επιλέξουμε την φράση που ομιλείται
στην ευρύτερη περιοχή του νομού Ιωαννίνων. Η συγκεκριμένη φράση αναφέρει:
- Η αλπού έλιγι μια φουρά:« τ' χρόν' θα γενούν πουλλά σύκα.
- Πού ξερς; -Γιατί τ'αγαπάει η κλια μ' », είπι.
Το τοπικό αυτό ιδιώμα είναι γεμάτο από αφομοιώσεις φωνηέντων (έλιγι αντί για έλεγε, είπι αντί
για είπε), συναιρέσεις (ξερς αντί για ξέρεις, χρον αντί χρόνου), εκθλίψεις (κλια μ' αντί για κοιλιά
μου). Ένας φυσικός ομιλητής λοιπόν αυτής της ντοπιολαλιάς, ο οποίος τόσο στην ιδιωτική όσο και
στην δημοσία επικοινωνία του χρησιμοποιούσε αυτό το ιδιώμα, όταν πάει στο σχολείο θα
αντιμετωπίσει ένα πολύ διαφορετικό γλωσσικό πρότυπο και καλείται να προσαρμοστεί σε δύο
επίπεδα: γλωσσικά γιατί έρχεται αντιμέτωπος με μία ξένη για αυτόν γλώσσα αλλά και
ψυχολογικά καθώς πρέπει να δεχτεί ότι ο μέχρι τότε τρόπος επικοινωνίας του είναι κατά κάποιο
τρόπο μη αποδεκτός, αφού του ζητείται, έμμεσα αλλά και άμεσα, να εγκαταλείψει την χρήση του,
σε σχολικό τουλάχιστον πλαίσιο (Ανδρέου, 2012, σ. 173). Γίνεται πλέον κατανοητό ότι οι μαθητές
που κάνουν χρήση της ιδιολέκτου τους, έρχονται αντιμέτωποι με ένα προκατειλλημένο
εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο τους οδηγεί στο να νιώσουν μειονεκτικά καθώς και να
αντιμετωπίσουν αρνητικές και ειρωνικές συμπεριφορές, τόσο από τους συμμαθητές τους όσο
και από τους δασκάλους τους, χαρακτηρίζοντάς τους ως άτομα με χαμηλή ευφυΐα (Σεργίδου, χ.χ.,
σ. 649-50). Το φαινόμενο αυτό θα μπορούσε να εξαλειφθεί παντελώς σε περίπτωση που το
εκπαιδευτικό σύστημα αξιολογούσε την γλωσσική ικανότητα του μαθητή και όχι την ικανότητα
του στην χρήση της επίσημης γλώσσας (Ανδρέου, 2012, σ. 173).
9
Η κοινωνική θέση αναφέρεται στην υποταγή ή τον σεβασµό που εκφράζουν –ή που δεν
εκφράζουν, ανάλογα µε την περίπτωση– οι άνθρωποι απέναντι σε κάποιον, και στη δυτική
κοινωνία η θέση κάποιου προκύπτει γενικά από τους υλικούς πόρους που έχει υπό τον
Η έρευνα στο πεδίο των κοινωνικών διαλέκτων σε πολλές χώρες έχει αποκαλύψει ότι υπάρχει µια
σταθερή σχέση ανάµεσα στην κοινωνική τάξη και τη γλώσσα. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι οι
άνθρωποι μιλούν διαφορετικά σύμφωνα με την κοινωνική τάξη στην οποία ανήκουν.
Ανατρέχοντας στα παραδείγματα της εργασίας, θα μπορούσε να γίνει πλέον κατανοητό το
γεγονός ότι ένας διευθυντής ή πρόεδρος μια εταιρείας σε αστική περιοχή της Κρήτης δεν θα
χρησιμοποιούσε εύκολα την φράση :
- Αϊ- Γιώργη μου βοήθα μου!
4. Η συμβολή της μελέτης των ποικιλιών της γλώσσας στην γλωσσική εκπαίδευση.
10
Έχει γίνει πλέον αντιληπτό ότι οι διάλεκτοι και τα ιδιώματα αποτελούν ζωντανές όψεις της
ελληνικής γλώσσας. Συμφώνα με την Τζακόστα ''διάφορες μελέτες έχουν αναδείξει το θετικό
ρόλο των γλωσσικών ποικιλιών στην ανάπτυξη του γραμματισμού, γενικότερα, και του κριτικού
γραμματισμού, ειδικότερα, δεδομένου ότι οι γλωσσικές ποικιλίες συμβάλλουν ουσιαστικά στην
ανάπτυξη και καλλιέργεια της μεταγλωσσικής ενημερότητας των μαθητών'' (2013, σ. 1). Κάτι
τέτοιο όμως δεν συμβαίνει στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Η σηµασία των διαλέκτων και ιδιωµάτων δεν είναι µόνο γλωσσική αλλά και ιστορική καθώς μας
πληροφορούν για την ιστορία, και τον πολιτισμό της κάθε περιοχής. Το εκπαιδευτικό σύστημα
θεωρεί τις διαλέκτους υποδεέστερης φύσης και τις αποκλείει απο το εκπαιδευτικό σύστημα,
υποβαθμίζοντας ταυτόχρονα, στό όνομα μιας πρότυπης γλώσσας, κάθε λέξη λαϊκής προέλευσης
(Σεργίδου, χ.χ., σ. 649).
Aποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός οτι :
Oι φωνολογικές δομές κάθε γλώσσας συνιστούν θεμελιώδες υπόβαθρο για την ανάπτυξη
και καλλιέργεια της μητρικής γλώσσας των παιδιών προσχολικής και πρωτοσχολικής
ηλικίας σε όλα τα επίπεδα γραμματικής ανάλυσης (Levelt 1998), θεωρούμε ότι η ελλιπής
γλωσσική διδασκαλία των παραπάνω δημιουργεί προβλήματα στην ορθή ανάπτυξη της
Mε άλλα λόγια, με την ένταξη και διδασκαλία των διαλέκτων και των φαινομένων που τις
χαρακτηρίζουν θα μπορούσε από την μία πλευρά να προάxθούν τόσο οι ομοιότητες όσο και οι
διαφορές μεταξύ της διαλέκτου και της πρότυπης γλώσας και από την άλλη να ενταχθούν ομαλά
στο εκπαιδευτικό πλαίσιο οι φυσικοί ομιλητές της εκάστοτε διαλέκτου. Για παράδειγμα θα
μπορούσαν να ενταχθούν στο μάθημα της Γλώσσας και της λογοτεχνίας κείμενα αμιγώς
γραμμένα σε τοπικές διαλέκτους όπου θα μπορούσε να γίνει έρευνα τόσο σε λεξικό-
σημσιολογικό επίπεδο όσο και σε φωνολογικό-φωνητικό (Καραντζή, χ.χ. , σ.4).
Τελειώνοντας, πρέπει να σημειωθεί ότι οι δραστηριότητες της τάξης πρέπει να στοχεύουν στην
καλλιέργεια των γλωσσικών ποικιλιών από τα πρώτα χρόνια της εκπαίδευσης συμβάλλοντας τόσο
στην κατανόηση και εκμάθηση της διαλέκτου όσο και της νόρμας -πρότυπης γλώσσας.(Τζακόστα,
2013, σ. 8).
11
5.Συμπεράσματα – Επίλογος
Στην παρούσα εργασία παρουσιάστηκε η γλωσσική ποικιλότητα σε σύνδεση με την έννοια της
πρότυπης γλώσσας. Παρουσιάστηκαν και αναλύθηκαν τα είδη γλωσσικών ποικιλιών,
γεωγραφικές και κοινωνικές τόσο στην εκπαίδευση όσο και στον δημόσιο λόγο. Τέλος,
εξετάστηκε η συμβολή και μελέτη των γλωσσικών ποικιλιών στην εκπαίδευση. Επίσης,
παρατηρήθηκε ότι μολονότι υπάρχει μια τάση για ομοιογενοποίηση της γλώσσας και και κατ'
επέκταση του τρόπου ομιλίας και των κοινωνικών συνηθειών, καθώς και η ταυτόχρονη
εξασθενηση της χρήσης των διαλέκτων , εάν τα εκπαιδευτικά συστήματα αποφάσιζαν να
εντάξουν την εκμάθηση των διαλεκτικών ποικιλιών στην σχολική ύλη , από την προσχολική ακόμα
ηλικία, τα αποτελέσματα θα ήταν αυτά καθεαυτά θετικά.
12
6. i)Βιβλιογραφία
Ανδρέου, Γ., (2012). Γλώσσα: Θεωρητική και μεθοδολογική προσέγγιση (σσ¹. 171-3). Αθήνα: Πεδίο.
Κοντοσόπουλος, Ν., (2001). Διάλεκτοι και ιδιώματα της νέας ελληνικής (σσ. 30). Αθήνα: Εκδ.
Γρηγόρη.
Lyons, J., (2011). Εισαγωγή στη γλωσσολογία (Επιμ. Γ. Καρανάσιος) (σσ. 305-6). Αθήνα: Πατάκης.
Μικρός, Γ., Fay, R., Rodriguez, M., Σπινθουράκη, Ι. (2001) Κατανόηση της γλώσσας και του
Πολιτισμού: Από τα λατινικά στη Σύγχρονη Ισπανική Γλώσσα. (σσ. 135-6). Πάτρα: ΕΑΠ.
13
ii)Ηλεκτρονική βιβλιογραφία
Γούτσος, Δ. , Φραγκάκη, Γ., (2015). Εισαγωγή στην γλωσσολογία σωμάτων κειμένων (σσ155).
Αθήνα: ΣΕΑΒ
https://repository.kallipos.gr/bitstream/11419/1932/1/00_master_document_Goutsos.pdf
Ανακτήθηκε στις 02/12/2018.
Καραντζή- Ανδρειωμένου, Χ. Γλωσσικές ποικιλίες και εκπαίδευση: όψεις της ελληνικής εμπειρίας
(σσ. 4)
file:///C:/Users/%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE
%BD%CE%B1/Downloads/%CE%9A%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%AE.pd
f
Ανακτήθηκες στις 07/12/2018.
14
Κρακίδη, Μ. Νόρμα, γλωσσική ποικιλία και εκπαίδευση.
http://www.komvos.edu.gr/periodiko/periodiko2nd/thematikes/new_print/1/1.htm
Aνακτήθηκε στις 04/12/2018.
Κρακίδη Μ., Κατή, Δ., Νικηφορίδου, Β. Γλωσσική ποικιλία και σχολική εκπαίδευση.
http://www.komvos.edu.gr/periodiko/periodiko1st/thematikes/print/1/index.htm
Ανακτήθηκε στις 06/12/2018.
Τζακόστα, Μ., (2013). Οι γλωσσικές ποικιλίες στην ελληνική πρωτοβάθμια εκπαίδευση: Σκέψεις
και προβληματισμοί για το σχεδιασμό ενός προγράμματος διδασκαλίας.
file:///C:/Users/%CE%9A%CF%89%CE%BD%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE
%BD%CE%B1/Downloads/AMGL34_text_Tzakosta_2013.pdf
Ανακτήθηκε στις 06/12/2018.
15