Está en la página 1de 10

Η Παιδεία ως εθνική άµυνα

Η έννοια τής «εθνικής άµυνας» είναι µια σύνθετη έννοια που περιλαµβάνει κάθε
µορφή υπεράσπισης ενός έθνους έναντι επιβουλών και διεκδικήσεων που –άµεσα ή
έµµεσα– απειλούν την ύπαρξη, την επιβίωση και την ακεραιότητά του. Κάθε αντίσταση
και αγώνας, ένοπλος ή ηθικός, εναντίον έµπρακτης ή επαπειλούµενης αµφισβήτησης των
κυριαρχικών δικαιωµάτων, τής ελευθερίας και τής αξιοπρέπειας ενός έθνους συνιστά ό,τι
ονοµάζουµε εθνική άµυνα.
∆εν είναι δε τυχαίο ότι η έννοια τής άµυνας έχει συνδεθεί µε την έννοια τού
έθνους (µιλούµε για εθνική άµυνα), αφού η άµυνα αναλαµβάνεται και ασκείται κυρίως
από τις ένοπλες δυνάµεις µιας χώρας, για να διαφυλαχθούν τα ιερά και τα όσια τα οποία
συνιστούν ένα έθνος: η πατρίδα, η θρησκεία, η οικογένεια, οι θεσµοί, η ελευθερία, η
δηµοκρατία, η παιδεία, ο πολιτισµός. Η εθνική άµυνα απλώνεται και σκεπάζει όλα όσα
ενσαρκώνει ο ιστορικός βίος ενός έθνους, η εθνική του υπόσταση, η ταυτότητά του ως
έθνους. Γι’ αυτό και η άµυνα τού έθνους, η εθνική του άµυνα, έχει µεν ως επίκεντρο και
ως αιχµή το ένοπλο τµήµα τής εθνικής άµυνας, τις Ένοπλες ∆υνάµεις, αλλά επεκτείνεται
και σε µια ηθική και πνευµατική άµυνα η οποία περιβάλλει, συµπληρώνει και εµπνέει
την εθνική άµυνα. Γιατί δεν πολεµάς και δεν θυσιάζεις τη ζωή σου για την πατρίδα, αν
δεν πιστεύεις σε αξίες κι αν δεν εµπνέεσαι από ιδανικά: αν δεν νοιάζεσαι για την
ελευθερία τής πατρίδας σου, για τη ζωή και την αξιοπρέπεια των προσώπων που αγαπάς,
για τη δηµοκρατία και τις παραδόσεις σου, για τη θρησκεία στην οποία πιστεύεις, για τη
δική σου τιµή και την τιµή όλων γύρω σου, για αµέτρητες χιλιάδες συµπατριωτών σου,
που δεν τους έχεις συναντήσει ποτέ, αλλά που σε συνδέουν µαζί τους η κοινή πατρίδα, η
κοινή καταγωγή, η κοινή γλώσσα, η κοινή πίστη, η κοινή ιστορία, τα κοινή ήθη και
έθιµα, η κοινή νοοτροπία, οι κοινές αξίες, ο κοινός πολιτισµός. Ό,τι µε µια λέξη, στην
περίπτωση τής Ελλάδος, θα µπορούσε να ονοµασθεί ελληνική παιδεία και ελληνική
συνείδηση: αυτή η βαθύτερη, σώψυχη, βιωµατική και βιούµενη αίσθηση των κοινών
ψυχικών αρετών και πνευµατικών ιδιοτήτων τού Έλληνα, το σύνολο των
χαρακτηριστικών που ενώνουν όλους τους Έλληνες και τους διακρίνουν ως έθνος. Αυτή
2

ακριβώς η ελληνική παιδεία είναι η εθνική παιδεία µας που είναι προϋπόθεση, στήριγµα
και απαντοχή τής εθνικής µας άµυνας. Να γιατί πιστεύω και υποστηρίζω ότι δεν νοείται
εθνική άµυνα που δεν πηγάζει, δεν τροφοδοτείται και δεν εµπνέεται από µια εθνική
παιδεία, από µια παιδεία που αποσκοπεί στην καλλιέργεια τής προσωπικότητας τού
παιδιού, ώστε να αποτελέσει συνειδητό και υπεύθυνο πολίτη µιας ελεύθερης και
δηµοκρατικής χώρας, τής οποίας την ανεξαρτησία, την ακεραιότητα και τους
δηµοκρατικούς θεσµούς να αισθάνεται από µόνος του την ανάγκη και να θεωρεί τιµή του
να υπερασπίσει, αν και όποτε χρειαστεί. Η εθνική παιδεία των παιδιών µας, µέσα και έξω
από το σχολείο, παράλληλα µε την καλλιέργεια και τόνωση τού εθνικού φρονήµατος των
ενηλίκων πολιτών µέσα από πρότυπα και ιδανικά που πρέπει να προβάλλει η κοινωνία
µας, η εθνική δηλ. παιδεία σε µια ευρύτερη σύλληψή της, είναι αυτή που οδηγεί σε µια
ουσιαστική και ενεργό εθνική άµυνα, στην οποία το ηθικό και πνευµατικό σκέλος
παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Στο σηµείο αυτό θα ήθελα να κάνω εξ’ αρχής µια εννοιολογική διασάφηση:
µιλώντας για εθνική παιδεία δεν εννοώ την εθνικιστική παιδεία, αυτήν που θα
µπορούσε να εκτρέψει την παιδεία σε φασιστικές ή απολυταρχικές συλλήψεις τού
έθνους, σε εδαφικές διεκδικήσεις και ρατσιστικές διακρίσεις, ασυµβίβαστες προς την
έννοια τού έθνους όπως την συνέλαβαν οι Έλληνες και την πραγµάτωσαν µε
υποδειγµατικό τρόπο στην αρχαία αθηναϊκή και στη σύγχρονη δηµοκρατία. Άλλο
εθνισµός και εθνικός και άλλο εθνικισµός και εθνικιστικός. Ο πρώτος συµπίπτει µε τον
πατριωτισµό και κάθε έννοια πατριωτική που πρέπει να είναι µέληµα και σκοπός τής
εθνικής παιδείας, ο δεύτερος συµπίπτει µε µορφές ολοκληρωτισµού διαφόρων
χρωµάτων, ανεπίτρεπτες και ασυµβίβαστες µε τα διδάγµατα τού ελληνικού πολιτισµού,
τα οποία απετέλεσαν και τη βάση τού ευρωπαϊκού πολιτισµού: την ελευθερία, τη
δηµοκρατία, τον σεβασµό τής τιµής και τής αξιοπρέπειας τού άλλου, τα ανθρώπινα
δικαιώµατα, τις ανθρωπιστικές αξίες και ό,τι τελικώς συνιστά τη βαθύτερη ουσία τού
ανθρώπου. ∆εν είναι τυχαίο, από ιστορικής σκοπιάς, ότι οι πόλεµοι που διεξήγαγε ο
Ελληνισµός ήταν όλοι αµυντικοί πόλεµοι, στο πλαίσιο µιας άµυνας του έθνους των
Ελλήνων προς υπαρκτούς ή ορατούς κινδύνους.
Η εθνική άµυνα µε τις Ένοπλες ∆υνάµεις, µε το στράτευµα και τη στράτευση,
προετοιµάζει τους πολίτες να υπερασπισθούν την πατρίδα µε τα όπλα. Η εθνική παιδεία,
µε την καλλιέργεια τού πνεύµατος, τού ήθους και τού φρονήµατος των νέων µέσα από
την Εκπαίδευση όλων των βαθµίδων, τούς προετοιµάζει ηθικά και πνευµατικά να
καταλάβουν τί σηµαίνει υπεράσπιση τής πατρίδας, ποιες αξίες και ποια ιδανικά έχουν
3

χρέος να υπερασπίσουν όταν χρειαστεί να πολεµήσουν, και γιατί πρέπει —έστω και µε
κίνδυνο τής ζωής τους — να αγωνιστούν γι’ αυτά. Ο σκοπός τής εθνικής παιδείας, δηλ.
τής παιδείας που παρέχεται στη σχολική εκπαίδευση, είναι διττός: α) να διδάξει γνώσεις,
να εφοδιάσει δηλ. τους µαθητές µε πληροφορίες σε διάφορους κλάδους τού επιστητού
και να αναπτύξει τη γνωστική και νοητική δύναµη τού νέου, ώστε να ενεργεί και να
σκέπτεται σωστά και δηµιουργικά˙ β) (που ενδιαφέρει το θέµα µας) να καλλιεργήσει την
ψυχή και το πνεύµα τού νέου, να τού εµπνεύσει αξίες και ιδανικά, να τού δώσει αρχές, να
τού δείξει µορφές συµπεριφοράς και αυτοπειθαρχίας, να τού ξυπνήσει ευαισθησίες
ηθικές, κοινωνικές και ανθρωπιστικές. Ειδικότερα, έργο τής εθνικής παιδείας είναι να
µυήσει τον νέο στη γλώσσα, στην ιστορία και στις παραδόσεις τής πατρίδας του, στην
πίστη, στις τέχνες και στα γράµµατα και, γενικότερα, στον πολιτισµό, που προσδιορίζει
την εθνική του ταυτότητα, την εθνική φυσιογνωµία τής χώρας του και την εθνική
ιδιοπροσωπία τού λαού στον οποίον ανήκει. Και η γνωστική ανάπτυξη του παιδιού, ο
πρώτος στόχος που αναφέραµε, και η πνευµατική και ηθική καλλιέργεια και ανάπτυξη
τής προσωπικότητας τού παιδιού, ο δεύτερος στόχος, είναι µέληµα και επιδίωξη τής
Παιδείας ενός έθνους, ιδίως τής σχολικής Εκπαίδευσης από την οποία περνάει το σύνολο
των παιδιών ενός λαού. Και ο µεν στόχος τής γνωστικής και νοητικής ανάπτυξης
επιτυγχάνεται κυρίως µε τα γνωστικά µαθήµατα (µαθηµατικά, φυσική, χηµεία,
βιολογία, πληροφορική κ.λπ.), ενώ ο στόχος τής πνευµατικής και εθνικής γενικότερα
καλλιέργειας και αγωγής επιτυγχάνεται κυρίως µε τα εθνικά λεγόµενα µαθήµατα
(γλώσσα, ιστορία, λογοτεχνία, θρησκευτικά, γεωγραφία, πολιτισµός, παραδόσεις κ.λπ.).
Στους δασκάλους τής πρωτοβάθµιας Εκπαίδευσης και στους καθηγητές τής
δευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης, ιδίως τους φιλολόγους, εµπιστεύεται η Πολιτεία, η
κοινωνία και το έθνος ολόκληρο την εθνική παιδεία των νέων, την εθνική εκπαίδευση
των αυριανών πολιτών του. Αυτό και µόνο δείχνει τί βαρύτητα δίδεται στο Σχολείο και τί
βάρος εναποτίθεται στους ώµους των εκπαιδευτικών, των δασκάλων δηλ. των Σχολείων
µιας χώρας, των ανθρώπων που θα οδηγήσουν εξ απαλών ονύχων τους νέους να
αποκτήσουν εθνική συνείδηση. Γι’ αυτό και ο ρόλος τού δασκάλου —τού αληθινού
δασκάλου και όχι τού απλού διδάσκοντος— σφραγίζει την εθνική Παιδεία και
προσδιορίζεται ως λειτούργηµα. Γι’ αυτό και η επάρκεια τού δασκάλου να ασκήσει το
µέγα αυτό λειτούργηµα είναι περισσότερο από επιβεβληµένη. Ένα έθνος δεν µπορεί να
παίζει εν ου παικτοίς. Γι’ αυτό και ο ρόλος των Πανεπιστηµίων που καταρτίζουν τους
δασκάλους και των δύο βαθµίδων τής Παιδείας είναι ιδιαίτερα σηµαντικός, καθοριστικός
θα έλεγα τής εθνικής παιδείας. Γι’ αυτό και είναι πολύ µεγάλη η ευθύνη τής Πολιτείας, η
4

οποία µέσα από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευµάτων επιλέγει, καταρτίζει,
οργανώνει και ελέγχει το σύστηµα, τη λειτουργία και την απόδοση τής εθνικής παιδείας.
Εθνική Παιδεία και Εθνική Άµυνα, άρρηκτα συνδεδεµένες µεταξύ τους, αφού δεν
µπορεί να υπάρξει η µία χωρίς την άλλη, συνιστούν τον κορµό τής εθνικής πολιτικής
µιας χώρας και βασική προϋπόθεση για την εθνική της ανεξαρτησία, εδαφική και
πνευµατική. Ας προσθέσουµε ότι µια ισχυρή, δηµιουργική και εµπνευσµένη εθνική
παιδεία, σε όλες τις βαθµίδες τής Εκπαίδευσης, σε συνδυασµό µε την οικονοµική
πολιτική µιας χώρας εξασφαλίζουν και την Εθνική Οικονοµία της, που είναι και αυτή
αυτονόητη προϋπόθεση τής εθνικής άµυνας και, κυρίως, τής εθνικής ανεξαρτησίας. Μια
αδύναµη και εξαρτηµένη από άλλες χώρες και δυνάµεις οικονοµία αποδυναµώνει και την
εθνική ανεξαρτησία µιας χώρας και τους γενικότερους χειρισµούς της σε όλα τα επίπεδα
–και στο επίπεδο τής εθνικής άµυνας.
Με όσα λέω προσπαθώ να δείξω ότι η εθνική άµυνα είναι µια ευρύτερη έννοια.
Στηρίζεται αναµφισβητήτως στις Ένοπλες ∆υνάµεις, στο δυναµικό των αξιωµατικών και
των οπλιτών όλων των Όπλων, στη στρατιωτική ισχύ, στην υπεροπλία και στην καλή
εκπαίδευση των µονίµων και των εφέδρων, αλλά συγχρόνως η εθνική άµυνα έχει ως
αφετηρία και βάση την εθνική παιδεία, αυτήν που προετοιµάζει, εµψυχώνει και
εµπνέει όσους καλούνται να υπερασπίσουν την πατρίδα και εν καιρώ ειρήνης αλλά,
κυρίως, εν καιρώ πολέµου. Άλλωστε η έννοια τής Παιδείας και τής Εκπαίδευσης διέπει
και το ίδιο το στράτευµα. Τι άλλο κάνουν οι Ανώτατες Στρατιωτικές Σχολές από το να
παρέχουν εξειδικευµένη στρατιωτική παιδεία αλλά και ευρύτερη εθνική παιδεία στους
µελλοντικούς αξιωµατικούς, στους ηγέτες τού στρατεύµατος; Τι άλλο κάνει η Σχολή
Εθνικής Αµύνης σ’ ένα υψηλότερο και διευρυµένο επίπεδο; Και, βεβαίως, δεν πρέπει
καθόλου να υποτιµά κανείς την εκπαίδευση που παρέχεται στους εφέδρους (οπλίτες και
αξιωµατικούς), από την οποίαν όλοι µάθαµε πολλά. Ότι ο στρατός είναι ένα «µεγάλο
σχολείο» είναι εµπειρία και συνείδηση κάθε Έλληνα πολίτη. ∆εν είναι δε καθόλου τυχαίο
ότι η έννοια τής πειθαρχίας, η οποία αποτελεί τη βάση τής στρατιωτικής εκπαίδευσης
και η οποία είναι η «µέγιστη άσκηση», αφού µ’ αυτήν ο άνθρωπος επιχειρεί να δαµάσει
και να επιβληθεί στον εαυτό του, µέσα από την αναγνώριση, τον σεβασµό και τη
συµµόρφωσή του σε µια ιεραρχική κλίµακα, δεν είναι τυχαίο, λέω, ότι η πειθαρχία η
οποία είναι ευρύτερα γνωστή µε τη λατινική ονοµασία disciplina, έφθασε να σηµάνει
και την επιστηµονική πειθαρχία, την ιεραρχηµένη γνώση και συστηµατική οργάνωση
των διαφόρων κλάδων τού επιστητού, δηλ. την επιστήµη (discipline).
5

Απ’ όσα είπαµε, φαίνεται, ελπίζω, ότι στις βασικές µορφές εθνικής άµυνας µιας
χώρας, και εν προκειµένω τής Ελλάδος, ανήκει κατ’ εξοχήν η εθνική Παιδεία. Θα άξιζε,
νοµίζω, εφεξής να θίξουµε µερικές αρχές και αξίες, οι οποίες πρέπει να «ποτίζουν» τη
Γενική Παιδεία που παρέχεται στο σχολείο και να αποτελούν την πνευµατική υποδοµή
κάθε εθνικής άµυνας. Συγκεκριµένα, µε τρόπο πειστικό και τεκµηριωµένο µε βάση τα
κείµενα τής παράδοσής µας, χωρίς υπερβολές και ρητορισµούς, απλά και ουσιαστικά, θα
πρέπει να διδαχθεί συστηµατικά στους νέους µας η κοσµοθεωρία των Ελλήνων και η
αντίληψή τους για τη ζωή και τον άνθρωπο, για τις αξίες στις οποίες πίστεψαν και στις
οποίες στήριξαν τον πολιτικό βίο και την εθνική τους συµπεριφορά. Θα πρέπει να
διδαχθεί και να δειχθεί ότι από τον Όµηρο µέχρι τους χρόνους µας δέσποσε και
κατηύθυνε τις πράξεις και τη στάση ζωής των Ελλήνων η έννοια τής ελευθερίας, σε
ατοµικό και σε εθνικό επίπεδο. Η ελευθερία και ο έντιµος θάνατος ήταν η σταθερή
επιλογή τού Έλληνα έναντι τής επαίσχυντης δουλείας. Ανατρέχοντας στα κείµενα, στα
οποία αποτυπώνεται η στάση των Ελλήνων από τα πανάρχαια χρόνια, θα βρούµε στον
Όµηρο (496) – που ήταν και η βάση τής εκπαίδευσης των αρχαίων Ελλήνων– να
διδάσκεται ως αρχή:
οὐ ὐεικὐς ὐµυνοµὐνὐ περὐ πὐτρης τεθνὐµεν
«αξίζει να πεθαίνει κανείς µαχόµενος για την πατρίδα». Το ρήµα µ νω και
µ νοµαι τής ελληνικής γλώσσας (απ’ όπου και η λέξη άµυνα), που αρχικά σήµαινε
«αποκρούω, υπερασπίζω, προστατεύω», στη γλώσσα των Οµηρικών Επών
χρησιµοποιείται για να δηλώσει την έννοια τού «µάχοµαι, αγωνίζοµαι». Ποιος δεν
θυµάται την επική διακήρυξη:
εἶς οἶωνἶς ἶριστος ἶµἶνεσθαι περἶ πἶτρης (Όµηρος Μ 243)
Η λέξη αµύνοµαι έφθασε δηλ. να σηµάνει στην Ελληνική ό,τι και το µάχοµαι, αφού «η
υπεράσπιση των πατρίων» και «η εκδίκηση προσγενοµένης ύβρεως» είναι τα κίνητρα για
τη µάχη, για τον πολεµικό αγώνα των Ελλήνων.
Η σταθερή διαχρονική θέση των Ελλήνων, ότι πρέπει να θυσιάσει κανείς και τη
ζωή του µαχόµενος για την ελευθερία, είναι φανερή ήδη στην ποίηση τού Τυρταίου (ΣΤ΄,
στ. 1-2), την οποία πρέπει να διδάξουµε συστηµατικά στα παιδιά µας:
τεθνἶµεναι γἶρ καλἶν ἶνἶ προµἶχοισι πεσἶντα
ἶνδρ' ἶγαθἶν περἶ ἶ πατρἶδι µαχόµενον
που σηµαίνουν «ο γενναίος άνδρας είναι ωραίο να πεθαίνει µαχόµενος για την πατρίδα
του, ανάµεσα στους πρώτους πολεµιστές». Ο ίδιος ποιητής περιγράφει συγκινητικά τις
6

τιµές που συνοδεύουν έναν τέτοιο «ωραίο θάνατο» και εξαίρει το µέγεθος τής θυσίας που
ανεβάζει τον ήρωα στον χώρο τής αθανασίας:
τἶν δ' ἶλοφἶρονται µἶν ἶµἶς νἶοι ἶδἶ γἶροντες,
ἶργαλἶἶ δἶ πἶθἶ πἶσα κἶκηδε πἶλις,
καἶ τἶµβος καἶ παἶδες ἶν ἶνθρἶποισ' ἶρἶσηµοι καἶ
παἶδων παἶδες
καἶ γἶνος ἶξοπἶσω˙
οἶ δἶ ποτε κλἶος ἶσθλἶν ἶπἶλλυται οἶδ' ἶνοµ'
αἶτοἶ
ἶλλ' ἶπἶ γἶς περ ἶἶν γίγνεται ίθίνατος (Θ΄, στ. 27-
32).
Το αποκορύφωµα τής εννοίας τής ελευθερίας και τής θυσίας γι’ αυτήν, ως προϊόντος
υπεύθυνης επιλογής τού πολίτη, εκφράζουν µε τραγικό µεγαλείο και απλότητα οι δύο
πρώτοι στίχοι τού Σιµωνίδου (στ. 361-2) στο ταφικό επίγραµµα για τους Μεγαρείς, τού
πεσόντες στον αγώνα κατά των Περσών:
ἶλλἶδι καἶ Μεγαρεἶσιν ἶλεἶθερον ἶµαρ ἶἶξειν
ἶἶµενοι, θανἶτου µοἶραν ἶδεξἶµεθα
«ὐδεξὐµεθα»: οδηγηθήκαµε οικειοθελώς προς τον θάνατο˙ «ὐὐµενοι»: επειδή
θελήσαµε να εξασφαλίσουµε «ὐλεὐθερον ὐµαρ», την ελευθερία για την Ελλάδα και
τους Μεγαρείς.
Τον απόηχο αυτών των λόγων θα τον βρούµε αρκετούς αιώνες αργότερα –γιατί
αυτό που χαρακτηρίζει τούτο το Έθνος είναι η συνέχεια, συνέχεια αιώνων–, όταν οι
Έλληνες µαχητές, διά στόµατος Κωνσταντίνου τού Παλαιολόγου, διαδηλώνουν και πάλι
την απόφασή τους να υπερασπισθούν την ελευθερία τους και να θυσιάσουν οικειοθελώς
τη ζωή τους γι’ αυτήν:
«κοινἶ γἶρ γνἶµἶ πἶντες αίτοπροαιρίτως
ἶποθανοἶµεν
καἶ οἶ φεισἶµεθα τἶς ζωἶς ἶµἶν»
«συµφωνήσαµε όλοι να πεθάνουµε µε τη θέλησή µας και να µη λυπηθούµε τη ζωή µας».
Αυτά τα λόγια δεν ακούγονται συχνά στον κόσµο, γι’ αυτό και αποτελούν το «µέγιστον
µάθηµα» που πρέπει να περνάει στους νέους µέσα από την εθνική µας Παιδεία. Όπως
«µέγιστον µάθηµα» είναι και τα λόγια τού οραµατιστή τής Ένωσης των Βαλκανικών
7

λαών µε επίκεντρο την Ελλάδα, τα λόγια τού εθνοµάρτυρα Ρήγα Φεραίου, ο οποίος µέσα
από τον «Θούριό» του άφησε τη γνωστή «υποθήκη ελευθερίας»:
Κἶλλιἶ 'ναι µιἶς ἶρας ἶλεἶθερη ζωἶ
παρἶ σαρἶντα χρἶνοι σκλαβιἶ καἶ φυλακἶ.
Τέτοια κείµενα, τέτοια πρότυπα, τέτοια διδάγµατα για τη στάση των Ελλήνων
απέναντι στην έννοια τής ελευθερίας πρέπει να περάσει στα παιδιά µας ο δάσκαλος στο
σχολείο µε βάση τη γραπτή παράδοση των κειµένων και την ιστορία µας και µε βάση
τους αγώνες που έχουν αναλάβει επί αιώνες οι Έλληνες για να διαφυλάξουν και να
υπερασπίσουν την ελευθερία τους. Κι από την έννοια τής ελευθερίας να περάσει ο
δάσκαλος στις έννοιες τής πατρίδας και τής θρησκείας. Με θάρρος και µε αίσθηση
ευθύνης —µακριά από ψευδοπροοδευτικά συµπλέγµατα και ρηχά ειρηνιστικά
συνθήµατα— οι λειτουργοί τής εθνικής Παιδείας έχουν χρέος και κύρια ευθύνη να
διδάξουν στα παιδιά µας, στους αυριανούς υπερασπιστές τής χώρας, το περιεχόµενο και
το βάθος τής εννοίας τής πατρίδας: πατρἶς γαἶα ή πατρἶς αἶα, δηλ. «πατρική
γη» είναι η γη των πατέρων µας (πατήρ > πατρός > πατρίς), ο τόπος των προγόνων, όπου
γεννιέται, ζει, δηµιουργεί και πεθαίνει ο άνθρωπος˙ τόπος ιερός, τόπος για τον οποίο
αξίζει να αγωνίζεσαι. Όπως έννοια ιερή, αξία για την οποία είναι χρέος να αγωνίζεσαι,
είναι η θρησκεία, η θρησκευτική Πίστη. Μπορούµε να µη διδάξουµε στα παιδιά µας
πως από τον Αισχύλο µέχρι τον Μακρυγιάννη οι Έλληνες αγωνιζόµαστε για πατρίδα και
θρησκεία και για την εξίσου ιερή έννοια τής οικογένειας; ∆εν θα διδάξουµε στα Σχολεία
µας το κήρυγµα ελευθερίας και εθνικής άµυνας που ακούγεται από τον Αισχύλο, τον
µεγαλύτερο Έλληνα τραγικό, όταν προτρέπει «τοὐς παὐδες ὐλλὐνων» να πάρουν
τα όπλα εναντίον των Περσών:
«ἶ παἶδες ἶλλἶνων, ἶτε
ἶλευθεροἶτε πατρίδ’, ἶλευθεροἶτε δἶ
παίδας, γυναίκας, θείν τε πατρίων ίδη,
θἶκας τε προγἶνων˙ νίν ίπίρ πίντων ί ίγίν» (Πέρσαι,
402-5)
∆εν θα διδάξουµε στα Σχολεία µας την προτροπή για εθνική άµυνα που ακούγεται από
τον Κωνσταντίνο τον Παλαιολόγο, τον τελευταίο αυτοκράτορα τού Βυζαντίου, ο οποίος
µπροστά στα τείχη τής πολιορκουµένης από τους Τούρκους Κωνσταντινούπολης λέει
στους µαχητές:
«προτιµἶσωµεν ἶποθανεἶν µἶλλον ἶ ζἶν, πρἶτον µἶν
8

ἶπἶρ τἶς πίστεως ἶµἶν καἶ εἶσεβεἶας, δεἶτερον δἶ


ἶπἶρ τἶς πατρίδος»
∆εν θα διδάξουµε τον Σολωµό, ο οποίος είτε γράφοντας τον Ύµνο εις την Ελευθερίαν είτε
τους Ελεύθερους Πολιορκηµένους είτε τον Λάµπρο είτε τον Κρητικό στήριξε πάντα την
ποίηση του σε δύο πόλους, στην Πατρίδα και την Πίστη:
«Σκἶψου βαθιἶ και σταθερἶ τἶ φἶση τἶς ἶδἶας
πρἶν πραγµατοποἶσεις τἶ ποἶηµα. Εἶς αἶτἶ θἶ
ἶνσαρκωθεἶ τί οίσιαστικίτερο καί ίψηλίτερο
περιεχίµενο
τίς ίληθινίς ίνθρίπινης φίσης, ἶ Πατρίδα καἶ ἶ
Πίστις».
∆εν θα διδάξουµε στα παιδιά µας τον Μακρυγιάννη, τον στρατηγό που οι πληγές από τα
τραύµατά του εξακολουθούσαν να αιµορραγούν χρόνια µετά τις µάχες τού ’21, τον
θυµόσοφο Έλληνα αγωνιστή που λέει µε λόγια απλά:
«Η πατρίδα τού κάθε ανθρώπου και η θρησκεία
είναι το παν [...] Καί τότε λέγονται έθνη, όταν είναι
στολισµένα µε πατριωτικά αισθήµατα» (Απόµνηµον, σ. 13)
Και µιλώντας για το Έπος τού ’40 δεν θα µιλήσουµε στα παιδιά µας για την πολεµική
κραυγή αέρα, το σύνθηµα που γεννήθηκε στα βουνά και τις χαράδρες τής Β. Ηπείρου,
την κραυγή που ξεκίνησε να σηµαίνει το «τίποτε», την περιφρόνηση προς την ιταµή
προκλητικότητα και τα πλήγµατα τού εχθρού, για να εξελιχθεί σε πολεµική κραυγή
ένθεου ηρωισµού, που δήλωνε «το παν»:
«Σε όλες τις στιγµές τής δόξας, µέσα σε όλες τις µεγάλες και απίστευτες
επιτυχίες, σύντροφος αχώριστος ήταν η µεγάλη λέξη, η λέξη χωρίς νόηµα, το
ποίηµα τής µάχης και τού θανάτου, η λέξη αέρα […] Αέρας και τα βόλια.
Αέρας και η πείνα και η παγωνιά και οι πληγές και ο θάνατος. Αέρας και τ’
αδέρφια τα σκοτωµένα. Αέρας και τα ορφανά σπίτια που ερηµώθηκαν και
έκλεισαν για πάντα. Αέρας και οι νεκροί και το αίµα. Αέρας και οι τάφοι.
Όλα γι’ αυτούς ήταν αέρας, όλα έγιναν Αέρας, και το µόνο που δεν έγινε
ήταν η πατρίδα τους, που την έκαναν µεγάλη και δυνατή µε τον αέρα
τους».

Κυρίες και Κύριοι,


9

Η σηµερινή επέτειος για τη συµπλήρωση 50 χρόνων λειτουργίας τής Σχολής


Εθνικής Αµύνης είναι κι αυτή µια γιορτή Παιδείας. Γιατί Παιδεία, πάνω απ’ όλα, και
Εκπαίδευση ασκείται και παρέχεται µέσα από αυτήν, την υψηλού κύρους παιδευτική
διαδικασία, που εφαρµόζεται στη Σχολή. Παιδεία που αφορά στην εθνική µας άµυνα,
παιδεία που κινείται σε διάφορα επίπεδα, από το πιο ειδικό µέχρι το πιο ευρύ µορφωτικό
επίπεδο, µε σκοπό να ενηµερώσει, να προβληµατίσει και να κρατάει σε µορφωτική
εγρήγορση και ευαισθητοποίηση τα βασικά στελέχη τής εθνικής µας άµυνας. Αυτό που
και ο ίδιος έχω διαπιστώσει για το παιδευτικό έργο που επιτελείται στη Σχολή αυτή, είναι
ότι —µε µια ευρύτερη, σωστή αντίληψη τής παιδείας που χρειάζονται τέτοια στελέχη—
επιχειρείται ορθώς να δοθεί µια σύγχρονη εθνική και δηµοκρατική προσέγγιση των
θεµάτων, µε σεβασµό στους θεσµούς και στις αρχές που διέπουν το Πολίτευµά µας και
σε συσχετισµό µε τα δικαιώµατα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την ενεργό
πλέον συµµετοχή µας στην Ενωµένη Ευρώπη. ∆ύο, συµπληρωµατικού χαρακτήρα,
προοπτικές κατευθύνουν και την Παιδεία των στελεχών αυτής τής Σχολής και την
παιδεία τής Ελλάδος γενικότερα: η εθνική προοπτική— η θεώρηση των θεµάτων µε
βάση τα εθνικά συµφέροντα και την εθνική µας ιδιοπροσωπία˙ και η ευρωπαϊκή
προοπτική— η εξέταση των ζητηµάτων µε τις δεσµεύσεις αλλά και τις ευρύτερες
δυνατότητες για συνεργασία και ανάπτυξη που ανοίγονται από µια πολύ
ισχυρή πολιτική, οικονοµική και πολιτισµική δύναµη, την Ενωµένη Ευρώπη. Σ’ αυτή την
Ευρώπη, που αποτελεί ανοιχτή και δηµιουργική πρόκληση για µια ποιοτικά καλύτερη
και κοινωνικοπολιτικά πιο δυνατή Ελλάδα, η πατρίδα µας ανταποκρίνεται ήδη µε
επιτυχία! Γιατί η Ελλάδα δεν ανήκει απλώς στην Ευρώπη· είναι η Ευρώπη: από το
όνοµα Ευρώπη που έδωσε η γλώσσα µας σ’ αυτή την ήπειρο, µέχρι –το σπουδαιότερο–
τις βασικές αρχές, αξίες , έννοιες και λέξεις που έδωσε ο ελληνικός πολιτισµός και στις
οποίες στηρίζεται ο λεγόµενος «ευρωπαϊκός πολιτισµός.»Είναι αναντίρρητο ότι σήµερα
έχουµε αξιοκρατικά επιτύχει µια δυναµική παρουσία στην Ενωµένη Ευρώπη, ιδίως µετά
την ένταξή µας στην οµάδα τού κοινού νοµισµατικού συστήµατος (ευρώ). Όπως είναι
αναντίρρητο ότι η Ελλάδα σήµερα παίζει —και θα παίζει όλο και περισσότερο— έναν
ξεχωριστό, ηγετικό, θα µπορούσε να πει κανείς, ρόλο στα Βαλκάνια. Όλα αυτά, για να
κατοχυρωθούν, να διαφυλαχθούν και να αναπτυχθούν δεν υπάρχει άλλος δρόµος από µια
ισχυρή Παιδεία, µια ισχυρή Οικονοµία και µια ισχυρή Άµυνα. Συνεκτικός δεσµός και
προϋπόθεση όλων είναι η Παιδεία —γενική και ανωτάτη. Φτάνει να είναι µια Παιδεία
πραγµατικά εθνική µε τη σολωµική έννοια ότι «εθνικό είναι το αληθινό», παιδεία
δηµοκρατική, παιδεία µε ουσιαστικό περιεχόµενο που να φρονηµατίζει και να εµπνέει
10

τους νέους, παιδεία που να καλλιεργεί τις ψυχές και τη σκέψη των ανθρώπων, παιδεία
που να ενεργοποιεί τις ευαισθησίες µας και να κινητοποιεί την αγάπη, την αφοσίωση και
τη θυσία και τής ζωής µας ακόµη για την πατρίδα. Αυτή την παιδεία, που µορφώνει την
εθνική συνείδηση των νέων και δια-µορφώνει στις ψυχές τους αίσθηση ιθαγένειας και
ταυτότητας, αυτή την εθνική παιδεία έχουµε ανάγκη και είναι χρέος όλων να παλέψουµε
γι’ αυτήν.

15 ∆εκεµβρίου 2000 Γ. Μπαµπινιώτης

También podría gustarte